Γέλα, παλιάτσο...

Όπου πάσχων (από συστηματικά νοσήματα) κι η μοίρα του…

Όπου πάσχων (από συστηματικά νοσήματα) κι η χαρά των γιατρών (κι ενίοτε ένα σταθερό εισόδημα, εξαιτίας του συστήματος υγείας που νοσεί περισσότερο απ’ όλους κι απ’ όλα), τι χρειάζονται και πολλές ειδικότητες συνάμα.

Ε, όπου πάσχων από ΣΕΛ, μία από τα ίδια. Αν είναι δε ασφαλισμένος και στο ΙΚΑ, γαμώ την τύχη του την αυτοάνοση τότε. Χαρακτηρίζουν μεν τα νοσήματα νοσοκομειακά, που σημαίνει πως εκ των πραγμάτων δεν μπορεί να παρακολουθηθεί εκεί, αλλά ο πάσχων πάει μεν στο νοσοκομείο για παρακολούθηση, αλλά πρέπει να γυρίζει πίσω στο ΙΚΑ, να δίνει κι εκεί το ΠΑΡΩΝ (είναι που το ΙΚΑ αγαπάει τα παιδιά του και δεν μπορεί να τ΄ αποχωριστεί) και να κάνει εκεί τις εξετάσεις (που φυσικά ποτέ δεν αρνούνται, άμα τη εμφανίσει παραπεμπτικού νοσοκομείου), που σημαίνει ταλαιπωρία στο τριπλάσιο και πολύτιμος χρόνος, πολλές φορές χαμένος, ή να πληρώνει τις εξετάσεις και το ΙΚΑ να δώνει μετά ό,τι προαιρείται  (κι ως έλεγε κι ο Κυπριανού, ό,τι πάρωμεν, καλόν είναι)…

Οι σύγχρονοι γιατροί πάντα βιάζονται, δεν έχουν χρόνο ν’ ακούσουν τον ασθενή, κι ας συμβάλλουν τα λεγόμενά του κατά πολύ στη διάγνωση.

Οι σύγχρονοι γιατροί δεν χρησιμοποιούν τους σύγχρονους τρόπους επικοινωνίας. Η ηλεκτρονική αλληλογραφία πχ δεν είναι προσφιλής. Γιατί;

Οι γιατροί (των οποίων οι ειδικότητες εμπλέκονται στη διάγνωση και θεραπεία) δεν επικοινωνούν μεταξύ τους (λες κι είναι μαλωμένοι, οχτροί). Το ίδιο άτομο αντιμετωπίζεται κομματάκι κομματάκι, ανεξάρτητα από το σύνολο, με αποτέλεσμα πολλάκις στο τέλος “τα κομμάτια να μην ταιριάζουν”. Έτσι, μπορεί π.χ. να φτιάχνεις το νευρολογικό σύστημα, αλλά να χαλάς το αιματολογικό, εξαιτίας των φαρμάκων που αντενδείκνυται στο αίμα. Όμως νευρολόγος κι αιματολόγος, σωστά πράξανε, αλλά όχι συνάμα. Έλα όμως που ο πάσχων είναι ένα σύνολο κομματιών, που πρέπει να συνυπάρξουν αρμονικά.

Οι ρευματολόγοι, ό,τι δε βρίσκουν (και μπορεί να μην ευθύνονται γι’ αυτό), το ρίχνουν στο ψυχολογικό. Όμως ψυχίατροι δεν υπάρχουν κοντά στους πάσχοντες (δίπλα στους υπόλοιπους γιατρούς), για να κρίνουν αν όντως είναι έτσι (που πολλάκις μπορεί και να είναι, αλλά οι τιμές στις εξετάσεις αίματος, που προσδιορίζουν λοίμωξη, που ποτέ δεν ανιχνεύεται, δεν ανεβαίνουν από την κακή ψυχολογία. Η crp και η ΤΚΕ δεν είναι δείκτες κακής ψυχολογίας)… ή απλά ο πάσχων θέλει να γνωρίζει τα καινούργια δεδομένα της ζωής του.  Έστω, να γνωρίζει πως είναι δύσκολο να τεθεί διάγνωση. Ο πάσχων δικαιούται να γνωρίζει, για να μπορέσει έτσι ν’ αποδεχτεί και ν’ αντιμετωπίσει την κατάσταση.

Και πάνω απ’ όλα πρέπει να υπάρχει οργανωμένη παρακολούθηση, συνεργασία  των ειδικοτήτων των γιατρών,  που εμπίπτουν στο κάθε κολλαγονικό νόσημα, γιατί μόνο έτσι μπορεί ν’ αντιμετωπιστεί σωστά. Να μπορεί κανείς να παρακολουθείται σ’ ένα νοσοκομείο, όπου οι γιατροί  θα επικοινωνούν μεταξύ τους και στον πάσχοντα θα δίνονται οι τελικές οδηγίες (αφού λάβουν υπ’ όψιν τους όλες τις παραμέτρους των αντιθέσεων και αντενδείξεων).  Ειδεμή, για ένα κομμάτι του πάσχοντα που θα φτιάχνεται, ένα άλλο μπορεί να χαλά. Οπότε το σύνολο, πάλι καλά δεν θα’ ναι.


Γι’ αυτό κι εγώ (για να γελάσουμε και λίγο, το ’χουμε πολύ ανάγκη όλοι μας το γέλιο), άμα το σύστημα υγείας δε γιάνει, έτσι θα το κάμω:


Σημ.:  είναι πολύ σημαντικό να εμπιστεύεται κανείς τους γιατρούς του και πάνω απ' όλα, να ‘χει άμεση πρόσβαση σ΄ αυτούς. Εμένα, η ύπαρξη δύο γιατρών (ο ένας ποτέ δεν το μάθει)  με κράτησε όρθια τον καιρό της τρέλας, λόγω της ασάφειας.  Πάντα ευχαριστώ τους.  Και καλός γιατρός, δεν είναι αυτός που δεν θα κάνει ποτέ λάθος (όσο κι αν μας κοστίζει και μας κακοφαίνεται, ανθρώπινα είναι τα λάθη και για τους γιατρούς), αλλά αυτός που και μετά το λάθος, θα ‘ναι δίπλα στον ασθενή του. Θέλει πολύ μαγκιά αυτό.